Τον ισχυρότατο σεισμό των 8,8 Ρίχτερ που σημειώθηκε πρόσφατα στη Ρωσία σχολίασε ο Ευθύμης Λέκκας, ομότιμος καθηγητής Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών, επισημαίνοντας την έκταση του φαινομένου αλλά και τον πιθανό κίνδυνο επέκτασής του σε γειτονικές γεωτεκτονικές ζώνες.
Σε συνέντευξή του στο κεντρικό δελτίο του ΑΝΤ1 και τη δημοσιογράφο Ρίτσα Μπιζόγλη, ο κ. Λέκκας ανέφερε:
«Ήδη έχουν καταγραφεί 20 μετασεισμοί πάνω από 6 Ρίχτερ και αναμένουμε χιλιάδες ακόμη τους επόμενους μήνες, καθώς έχει διεγερθεί μία πολύ μεγάλη σεισμική περιοχή».
Πιθανότητα «ντόμινο» ενεργοποίησης ρηγμάτων
Ο καθηγητής δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο η σεισμική δραστηριότητα να επεκταθεί σε γειτονικές περιοχές, όπως η Ιαπωνία και η Αλάσκα, λέγοντας:
«Πολύ πιθανόν να λειτουργήσει ως ντόμινο. Σε γύρω περιοχές που διαθέτουν αντίστοιχες γεωλογικές δομές, μπορεί να ενεργοποιηθούν και άλλα ρήγματα. Ωστόσο, δεν υπάρχει καμία ανησυχία για τον ελληνικό ή τον ευρωπαϊκό χώρο».
Η εκτίμηση αυτή στηρίζεται στο γεγονός ότι ο σεισμός συνέβη σε περιοχή με έντονη τεκτονική δραστηριότητα, σε ένα τόξο που περιλαμβάνει τις πιο ενεργές σεισμογενείς ζώνες του πλανήτη.
Σύγκριση με τη Φουκουσίμα του 2011
Ο σεισμός στη Ρωσία έχει ομοιότητες με τον καταστροφικό σεισμό και τσουνάμι της Φουκουσίμα το 2011, όμως —σύμφωνα με τον Λέκκα— μια κρίσιμη διαφορά απέτρεψε την εκδήλωση μεγάλου τσουνάμι αυτή τη φορά:
«Η εστία του σεισμού στη Ρωσία εντοπίστηκε σε βάθος 25 χιλιομέτρων, πράγμα που εμπόδισε το ρήγμα να φτάσει στην επιφάνεια του πυθμένα και να προκαλέσει ισχυρό τσουνάμι. Αντίθετα, στη Φουκουσίμα, η εστία βρισκόταν μόλις στα 11 χιλιόμετρα, επιτρέποντας στο ρήγμα να "ξεσπάσει" στην επιφάνεια και να εκτοπίσει τεράστιες ποσότητες θαλάσσιου νερού».
Συμπεράσματα και προειδοποιήσεις
Ο καθηγητής υπογράμμισε ότι τέτοιοι σεισμοί επιβεβαιώνουν τη δύναμη της φύσης και την ανάγκη για διαρκή παρακολούθηση και ετοιμότητα:
«Δεν μπορούμε να προβλέψουμε πότε θα γίνει ένας σεισμός, αλλά μπορούμε να παρατηρούμε, να μελετάμε και να ενισχύουμε τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και πολιτικής προστασίας».
Ο σεισμός αυτός, εκτός από επιστημονικό ενδιαφέρον, λειτουργεί ως υπενθύμιση της αναγκαιότητας για ενίσχυση της σεισμικής θωράκισης, ιδιαίτερα σε περιοχές με ιστορικό υψηλής δραστηριότητας.