Λίγο μετά τη σοκαριστική ομολογία της Ειρήνης Μουρτζούκου για τη δολοφονία των δύο παιδιών της, της αδερφής της και του παιδιού της φίλης της, το «Φως στο Τούνελ» επικοινώνησε με την σπιτονοικοκυρά του διαμερίσματος όπου διέμενε όταν δολοφόνησε το πρώτο παιδί της, το 19 ημερών αβάπτιστο κοριτσάκι της.
«Όλοι το ήξεραν & το καταλάβαιναν»
«Αχ Παναγία μου, αχ Χριστέ μου. Το είχα στο μυαλό μου αλλά δεν περίμενα να το ομολογήσει. Όλοι το ήξεραν και το καταλάβαιναν. Όπως σας είχα πει και παλαιότερα, εκείνο το μοιραίο βράδυ που πήγα στο σπίτι, το μωράκι φαινόταν νεκρό εδώ και ώρα. Αυτή η εικόνα δεν μπορεί να βγει από το μυαλό μου. Αλλά να σας πω την αλήθεια, το περίμενα πως εκείνη το είχε κάνει», λέει χαρακτηριστικά.
Εξηγεί ότι το διαμέρισμα το νοίκιαζε σε έναν νέο από το Μπαγκλαντές που δούλευε όλη μέρα.
«Μου είχε πει ότι θα έρθει και η γυναίκα του που επρόκειτο να γεννήσει. Μόλις όμως την είδα, έπεσα από τα σύννεφα και κατάλαβα πως το παιδί δεν ήταν δικό του», προσθέτει.
Όπως αναφέρει, εκείνο το βράδυ ο ενοικιαστής πήγε και της φώναξε να πάει να βοηθήσει.
«Δεν μπορώ να ξεχάσω το κλάμα του. Μου φώναζε ‘γιαγιά, σήκω’. Μόλις μπήκα στην κρεβατοκάμαρα και είδα το μωρό στο κρεβάτι τους, μελανιασμένο και άκαμπτο, έκανα πίσω. Τα χείλη του ήταν μελανά και ειδοποίησα αμέσως το ασθενοφόρο. Μέσα σε πέντε με δέκα λεπτά ήρθε και η Αστυνομία και μετέφεραν το μωρό στο Κέντρο Υγείας. Μετά δεν ξέρω τι έγινε».
«Σύμπτωση είναι μία, όχι πέντε»
Δύο μέρες αργότερα, είδε την Ειρήνη Μουρτζούκου να επιστρέφει στο σπίτι και να τη χαιρετά σαν να μη συνέβη τίποτα.
«Μου λέει ‘τι κάνεις;’, της λέω ‘καλά, εσύ;’. Και μου απάντησε ‘καλά, ήρθα να αράξω λίγο’. Δεν έμοιαζε καθόλου με άνθρωπο θλιμμένο, που μόλις είχε χάσει το παιδί του».
Όταν τον Οκτώβριο είδε στο «Τούνελ» την υπόθεση του μικρού Παναγιωτάκη, κατάλαβε αυτό που «πέρασε και από το μυαλό όλων των Ελλήνων».
«Σύμπτωση είναι μία, όχι πέντε. Δεν είναι δυνατόν να ‘έφυγαν’ έτσι πέντε παιδιά με την ίδια γυναίκα να είναι παρούσα κάθε φορά. Έδωσα και κατάθεση στις Αρχές, στην Αθήνα, πριν από τουλάχιστον τρεις μήνες», καταλήγει.