Η ινσουλίνη είναι μία ορμόνη, που παράγεται από το πάγκρεας και υποβοηθά την είσοδο της γλυκόζης στα μυϊκά κύτταρα, καθώς και στα κύτταρα του λιπώδους ιστού και του ήπατος, όπου και χρησιμοποιείται για την παραγωγή ενέργειας.
Επιπροσθέτως το ήπαρ είναι σε θέση να παράγει γλυκόζη, όταν παραστεί ανάγκη, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στη νηστεία. Όταν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα ανεβαίνουν μετά την κατανάλωση τροφής, ινσουλίνη απελευθερώνεται από το πάγκρεας στην κυκλοφορία του αίματος. Δια της δράσης της ινσουλίνης τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα κατεβαίνουν, ούτως ώστε αυτά να κυμαίνονται εντός φυσιολογικών ορίων.
Τι είναι η αντίσταση στην ινσουλίνη;
Όπως περιγράφεται και στη σχετική ιστοσελίδα του Εθνικού Ιδρύματος για το Διαβήτη και των Πεπτικών και Νεφρικών νόσων των Η.Π.Α. (National Institute of Diabetes and Digestive and Kidney Disease/ NIDDKD), με τον όρο αντίσταση στην ινσουλίνη αναφερόμαστε σε μία κατάσταση, η οποία χαρακτηρίζεται από ελλιπή ανταπόκριση των μυϊκών κυττάρων και των κυττάρων του λιπώδους ιστού, αλλά και του ήπατος στην ινσουλίνη.
Έτσι παρεμποδίζεται η είσοδος της γλυκόζης εντός των κυττάρων αυτών. Συνεπώς, τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα παραμένουν υψηλά και διεγείρεται η περαιτέρω παραγωγή ινσουλίνης από το πάγκρεας. Όσο τα παγκρεατικά κύτταρα είναι σε θέση να παράγουν επαρκείς ποσότητες ινσουλίνης, τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα καταγράφονται εντός των φυσιολογικών ορίων.
Εξαιτίας της αντίστασης στην ινσουλίνη εκδηλώνεται προδιαβήτης, οπότε και τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα είναι μεν σχετικά υψηλά, αλλά όχι αρκετά, ώστε το άτομα να διαγνωσθεί ως διαβητικό, αφού από ένα σημείο και έπειτα, τα κύτταρα του παγκρέατος αδυνατούν να συνεχίσουν να παράγουν τις αναγκαίες ποσότητες ινσουλίνης, προκειμένου να επίπεδα γλυκόζης να κυμανθούν εντός φυσιολογικών ορίων. Άτομα με προδιαβήτη είναι εξαιρετικά πιθανό να εκδηλώσουν σε κάποια περίοδο της ζωής τους αληθή διαβήτη τύπου 2.
Πόσο συχνός είναι ο προδιαβήτης στην Ελλάδα;
Όπως αναφέρεται και σε μελέτη του 2021, η οποία διενεργήθηκε σε δείγμα 4.393 ατόμων, το ποσοστό των διαβητικών ανέρχεται στο 11,4%, με την παθολογία αυτή να είναι συχνότερη μεταξύ των μεγαλυτέρων ηλικιών, χωρίς ουσιώδεις διαφορές μεταξύ των δύο φύλων, ενώ το ποσοστό ατόμων με προδιαβήτη υπολογίσθηκε στο 12,4%.
Ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου για αντίσταση στην ινσουλίνη;
Σύμφωνα με το NIDDKD, ο κατάλογος με τους παράγοντες κινδύνου για αντίσταση στην ινσουλίνη περιλαμβάνει:
- την παχυσαρκία
- την ηλικία μεγαλύτερη των 45 ετών
- το οικογενειακό ιστορικό με συγγενή πρώτου βαθμού με διαβήτη
- την περιορισμένη σωματική δραστηριότητα (καθιστική ζωή)
- την αρτηριακή υπέρταση ή υψηλή χολιστεριναιμία
- το ιστορικό με διαβήτη κύησης
- το ιστορικό στεφανιαίας νόσου ή εγκεφαλικού
- το ιστορικό με συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών
Σε ό,τι αφορά ειδικά την παχυσαρκία αξίζει να σημειωθεί, πώς ιδιαίτερα αυξημένος είναι ο κίνδυνος εκδήλωσης αντίστασης στην ινσουλίνη ακόμα και αν ο Δείκτης Μάζας Σώματος (Body Mass Index/ BMI) κυμαίνεται εντός φυσιολογικών ορίων, αλλά υφίσταται εξαιρετικά υψηλή ποσότητα κοιλιακού λίπους. Συγκεκριμένα, οι ειδικοί θεωρούν, πως η σχετική πιθανότητα είναι αυξημένη, όταν η περίμετρος κοιλίας στον άντρα υπερβαίνει τα 100 εκατοστά και στη γυναίκα τα 90 εκατοστά.
Ποια είναι τα συμπτώματα της αντίστασης στην ινσουλίνη;
Τόσο η αντίσταση στην ινσουλίνη, όσο και ο προδιαβήτης δεν συνδέονται με συγκεκριμένη συμπτωματολογία. Κάποια άτομα με προδιαβήτη ενδεχομένως να έχουν σκούρο χρώμα του δέρματος στις μασχάλες και στον αυχένα. Η κατάσταση αυτή ονομάζεται Mελανίζουσα ακάνθωση (acanthosis nigricans).
Ανευρίσκονται στη διεθνή βιβλιογραφία στοιχεία, τα οποία καταδεικνύουν ενδεχόμενη σχέση του προδιαβήτη με την εκδήλωση παθολογίας του αμφιβληστροειδούς χιτώνος (είναι η μεμβράνη στο πίσω μέρος της εσωτερικής επιφανείας του ματιού, στον οποίο εντοπίζονται τα κύτταρα-αισθητήρια του φωτός). Εντούτοις, συνήθως αμφιβληστροειδοπάθεια εκδηλώνεται σε άτομα με αληθή διαβήτη.
Πώς γίνεται η διάγνωση της αντίστασης στην ινσουλίνη;
Η διάγνωση επιτυγχάνεται μέσω αιματολογικών εξετάσεων, στις οποίες συνήθως μετρώνται:
- τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα (σακχαραιμία) σε νηστεία
- τα επίπεδα γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (αντικατοπτρίζουν το μέσο επίπεδο σακχαραιμίας το τελευταίο τρίμηνο)
- τα επίπεδα ινσουλίνης στο αίμα σε νηστεία
Ενίοτε ζητείται η υποβολή του ατόμου και σε εξέταση καμπύλης σακχάρου. Στα πλαίσια της εξέτασης αυτής μετράται αρχικά η σακχαραιμία νηστείας και στη συνέχεια το άτομο λαμβάνει συγκεκριμένη ποσότητα σακχάρου (γλυκόζη). Έπονται μετρήσεις της σακχαραιμίας μετά την παρέλευση συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος από τη χορήγηση της γλυκόζης.
Πώς αντιμετωπίζεται ή – ακόμα καλύτερα – προλαμβάνεται η αντίσταση στην ινσουλίνη;
Η διατήρηση το σωματικού βάρους εντός φυσιολογικών ορίων είναι καθοριστικής σημασίας καταρχήν σε ό,τι αφορά την πρόληψη και εν συνεχεία όσον αφορά την αντιμετώπιση της αντίστασης στην ινσουλίνη. Στα πλαίσια επομένως της πρόληψης συνιστάται:
- σωστή και ισορροπημένη διατροφή, η οποία να καλύπτει τις ανάγκες του σώματος σε ενέργεια, χωρίς όμως να τις υπερβαίνει, να περιέχει επαρκείς ποσότητες από θρεπτικά συστατικά, βιταμίνες και ιχνοστοιχεία και όσον το δυνατόν μικρότερες ποσότητες (έως και καθόλου) τυποποιημένες τροφές.
- σωματική άσκηση (ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συνιστά για ενήλικες τουλάχιστον 150 έως 300 λεπτά εβδομαδιαίως ήπιας αεροβικής άσκησης ή 75 έως 150 λεπτά εβδομαδιαίως έντονης αεροβικής άσκησης καθώς και ασκήσεις μυϊκής ενδυνάμωσης τουλάχιστον δις εβδομαδιαίως)
απώλεια βάρους, αν ο Δείκτης Μάζας Σώματος είναι υψηλότερος του φυσιολογικού. Πάντως, όπως αναφέρεται και σε μελέτη του 2015, η απώλεια ακόμα και 5% με 7% του αρχικού σωματικού βάρους ενός υπέρβαρου ατόμου είναι αρκετή, για να μειωθεί σημαντικά η πιθανότητα εκδήλωσης αντίστασης στην ινσουλίνη. Έτσι, αν επί παραδείγματι ένα άτομο ζυγίζει 100 κιλά, η απώλεια ακόμα και 5 με 7 κιλών είναι σημαντική στην πρόληψη εκδήλωσης αντίστασης στην ινσουλίνη
- στην προαναφερθείσα μελέτη του 2015 γίνεται αναφορά και στη χορήγηση της ουσίας Μετφορμίνης, στα πλαίσια της προσπάθειας πρόληψης της εξέλιξης της αντίστασης στην ινσουλίνη σε αληθή διαβήτη. Φυσικά η σύσταση για χορήγηση τόσο αυτής, όσο και οποιασδήποτε άλλης φαρμακευτικής αγωγής γίνεται εξατομικευμένα και μόνον κατόπιν συμβουλής από το θεράποντα ιατρό, που γνωρίζει το ιστορικό ενός ή μίας εκάστου.
Τι σχέση έχει η αντίσταση στην ινσουλίνη με τη γυναικολογία και τη μαιευτική;
Η αντίσταση στην ινσουλίνη, αλλά και ο διαβήτης, που αποτελεί συχνό επακόλουθό της έχουν συνδεθεί με κλινικές καταστάσεις του ενδιαφέροντος της γυναικολογίας μαιευτικής όπως:
- καθ’ έξιν αποβολές
- διαβήτη κύησης
- κολπική ξηρότητα και σεξουαλική δυσλειτουργία
- σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών
Πηγή: mothersblog.gr